Βιβλιογραφία:
1. C. Mutti, Fenomenologia della controiniziazione.
2. Correspondance avec Vasile Lovinescu, René Guénon, non publié, 1934-1940
3. Δημήτρης Μιχαλόπoυλος, Ο Εθνικός Διχασμός: Η άλλη διάσταση, 2012
4. Δημήτρης Μιχαλόπoυλος, Ο Ε. Βενιζέλος και το Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος, 2004
5. Αναστάσιος Γιαννάς, Τα παρασκήνια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, Θεόδοτος.
6. Μ. Βασιλάκης, Η μάστιγα του Θεού, 2006 (σε αυτό το βιβλίο, που αποτελεί υπόδειγμα αποδομητικής και αντιθρησκευτικής σκέψης, βρήκαμε την ομιλία του Βενιζέλου στην Συντακτική Συνέλευση των Κρητών. Δεν θα ήταν ανώφελο να θυμηθούμε ποιοι ήταν οι παρουσιαστές αυτού του βιβλίου, έτσι για την ιστορία….http://www.greekamericannewsagency.com/index.php/2010-01-19-17-50-12/2010-01-21-18-33-54/353-
Δείτε και μια μικρότερη αν δεν έχετε υπομονή
Και φυσικά για να γίνει συνειδητό πως ο ΘΕΟΔΟΤΟΣ δεν κάνει λάθος, ας δούμε πως ο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, περιγράφει τον ΖΑΧΑΡΩΦ…. ο οποίος μόνο αντιιμπεριαλιστής δεν είναι, μέσα απο το βιβλίο ενός Ζαρίφη ο οποίος σαφώς και συνδέεται με την οικογένεια θησαυροφυλάκων και ιατρών του Σουλτάνου;;;;
Στο τέλος όσων διαβάσετε…ας μην έχετε την απορία για το ποιοι είναι οι συνωμότες στην Ελλάδα και στην Ευρώπη…
Διαβάστε λοιπόν
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Λ. ΖΑΡΙΦΗΣ
ΟΙ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΜΟΥ
ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ ΠΟΥ ΕΦΥΓΕ
Κωνσταντινούπολη 1800-1920
«Είμαι ο τυχοδιώκτης Ζαχάρωφ»
Η θεία Σοφία Νεγρεπόντη είχε προσλάβει από πολλά χρόνια τη Χαρίκλεια Ζαχάρωφ δασκάλα των παιδιών της. Ήταν αδελφή του περίφημου Sir Basil Zaharoff.
Γι’ αυτόν τον άνθρωπο έχουν γραφεί πολλά πράγματα, αληθινά και φανταστικά. Δοκιμάζω τον πειρασμό να προσφέρω κι εγώ μερικές πληροφορίες.
Πρώτα απ’ όλα ο Ζαχάρωφ δεν λεγόταν Βασίλειος αλλά Ζαχαρίας. Βασίλειος ήταν τ’ όνομα του πατέρα του. Ο τελευταίος ανήκε σε μια νοικοκυρεμένη κι εύπορη οικογένεια της Πόλης. Τίμιος και ευσυνείδητος στις δουλειές του, κέρδιζε αρκετά χρήματα που του επέτρεψαν να δώσει στα τέσσερα παιδιά του την καλύτερη μόρφωση της εποχής. Ο γιος του Ζαχάρωφ σπούδασε στη Ροβέρτειο Σχολή κι είχε συμμαθητή τον θείο Παντελή Σημηριώτη.
Ήλθε ο καιρός να μπει στη δουλειά. Από μικρός έδειξε πως τον τραβούσαν οι επικίνδυνες και κερδοσκοπικές προοπτικές. Βιαζόταν να φτάσει και να φτάσει αμέσως. Η πείρα του όμως δεν ήταν αρκετή και μέσα σε λίγο καιρό έφαγε όλη την περιουσία του πατέρα του και την προίκα των τριών αδελφών του. Απ’ τη μεγάλη του ντροπή, ο Ζαχάρωφ χάθηκε από την Πόλη. Οι γονείς του πέθανα απ’ τον καημό τους και τρία κορίτσια έγιναν δασκάλες για να ζήσουν.
Που και που ακουγόταν το όνομα του Ζαχαρία, αλλά δυστυχώς πάντα μπλεγμένο σε κάποια βρωμοδουλειά. Έπειτα τα ίχνη του ξαναχάνονταν και χρόνια περνούσαν ώσπου να δώσει καινούργιο σημείο ζωής. Ήλθε φορά που οι αδελφές του είχαν απελπισθεί πως θα τον ξανάβλεπαν. Την απελπισία τους δυνάμωνε η είδηση ότι στην Αθήνα σκοτώθηκε ένας διαρρήκτης χωρίς να εξακριβωθεί η ταυτότητά του. Να ήταν άραγε ο Ζαχαρίας; Ζητήθηκε η μεσολάβηση του πατέρα μου. Έγραψε στον Τρικούπη και οι Αρχές έδωσαν την άδεια ν’ ανοιχθεί ο τάφος και να γίνει πραγματογνωμοσύνη. Κάποιος οδοντογιατρός μπόρεσε να βεβαιώσει απ’ την εξέταση των δοντιών του νεκρού ότι δεν επρόκειτο για τον Ζαχαρία Ζαχάρωφ.
Δεν θα εξιστορήσω εδώ τις φάσεις μιας σταδιοδρομίας όπου το αθέμιτο μέσο ήταν κανόνας απαράβατος. Θα δώσω μόνο μερικά κτυπητά επεισόδια: Μια μέρα μαθεύτηκε πως ο Ζαχάρωφ παντρεύεται στο Λονδίνο με μια αριστοκράτισσα Εγγλέζα. Την ώρα του μυστηρίου, όταν έφθασε η στιγμή που παπάς ρωτάει αν έχει κανείς να πει τίποτε εναντίον αυτού του γάμου, κάποιος απ’ τους παριστάμενους αποκαλύπτει πως ο Ζαχάρωφ ήταν ήδη παντρεμένος. Στο άκουσμα αυτό, τρέμοντας τις συνέπειες του νόμου, για τη διγαμία, παρατώντας σύξυλη τη νύφη, ο Ζαχάρωφ το ’σκασε απ’ την εκκλησία. Σε λίγες μέρες έφευγε λαθραία για την Αμερική, κρυμμένος στην καρβουναποθήκη κάποιου βαποριού.
Στην Αμερική μπαίνει απλός εργάτης σε μια απ’ τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του Νέου Κόσμου. Η εξυπνάδα και η καπατσοσύνη του τον ανέβασαν γρήγορα και τον έφεραν σε επαφή με τους διευθυντές. Μια μέρα ένας απ’ τους ιδιοκτήτες της επιχείρησης του προτείνει να τον κάνει συνεταίρο. Πράγμα εκπληκτικό, ο Ζαχάρωφ αρνείται. Προφασίζεται το παρελθόν του: αυτός που νομίζουν τόσο ικανό άνθρωπο δεν είναι παρά ένας τυχοδιώκτης. Τύψεις ή θεατρινισμός; Το γεγονός είναι ότι ο Αμερικανός έχει γοητευθεί. Επανέλαβε την πρότασή του με μεγαλύτερη επιμονή. Ο Ζαχάρωφ δέχτηκε. Ήταν πια φτασμένος.
Το εξωτερικό του ήταν πραγματικά σαγηνευτικό: ωραίος, επιβλητικός, με ομιλία που σε σκλάβωνε. Ο αδελφός του πατέρα μου Περικλής θαύμαζε ένα βράδυ σ’ ένα ρεστοράν του Παρισιού την αριστοκρατική εμφάνιση ενός αγνώστου γείτονά του και την ευκολία με την οποία μιλούσε διάφορες ξένες γλώσσες με τους συνδαιτυμόνες του. Σε μια στιγμή τον ακούει να λέει μια φράση ελληνική. Δεν βάσταξε πια. Τον πλησιάζει και του λέει:
Είναι πολλή ώρα που σας προσέχω, κύριε, χωρίς να κατορθώσω να μαντέψω ποιος είσθε. Είμαι ο Περικλής Ζαρίφης. Θέλετε να μου κάνετε την τιμή να μου πείτε τ’ όνομά σας;
Ο άγνωστος σηκώθηκε αμέσως και απάντησε εμφατικά!
-Πολύ ευχαρίστως. Είμαι ο τυχοδιώκτης Ζαχάρωφ.
Λίγα χρόνια μετά, οι επιτυχίες του Ζαχάρωφ φθάνουν στο κατακόρυφο : βασιλιάδες τον δέχονται στα παλάτια τους και του μοιράζουν μεγαλόσταυρους. Ταξιδεύει πάντα με ειδικά τραίνα. Στο τέλος παντρεύεται με νόμιμο γάμο μια εξαδέλφη του Βασιλέως της Ισπανίας, την χήρα του Δουκός de Machena, με την οποία συνδεόταν από χρόνια πολλά. Τι ειρωνεία όμως και τι ταπείνωση για τον Ζαχάρωφ: η γυναίκα αυτή που συνέδεσε τη ζωή της μαζί του, δεν δέχθηκε ποτέ να φέρει τ’ όνομά του. Επειδή με τον καινούργιο γάμο της έχανε τον παλιό της τίτλο, ζήτησε απ’ τον Βασιλέα της Ισπανίας έναν καινούργιο και ονομάσθηκε duchesse de Villa Eranca.
Μια μέρα στο Παρίσι προγευμάτιζα στου Ζαχάρωφ. Στο τραπέζι ήταν και οι τρεις αδελφές του. Το σερβίτσιο όλο ήταν από ατόφιο μάλαμα. Πρώτη και μόνη φορά στη ζωή μου έτρωγα σε τέτοια πιάτα. Μας πρόσφεραν πεπόνι, πράγμα σπάνιο γιατί βρισκόμαστε στην καρδιά του χειμώνα. Μόλις το δοκίμασα, γύρισα προς τον οικοδεσπότη.
-Κύριε Ζαχάρωφ, του λέω, το πεπόνι σας είναι έκτακτο.
-Σπίτι μου, απαντάει απότομα, το πεπόνι είναι πάντα έκτακτο. Έχω δώσει διαταγή ν’ αγοράζεται πεπόνι κάθε μέρα και να είναι πάντα καλό.
Γυρίζοντας προς τον υπηρέτη, ο νεόπλουτος πρόσθεσε:
-Ως πόσο έτυχε να πληρώσετε για ένα πεπόνι;
-Τον Φεβρουάριο πολύ συχνά το πληρώσαμε προς φράγκα τόσο …
Η στιχομυθία αυτή μου ’φερε στη μνήμη κάτι παρόμοιες φράσεις ενός τραπεζίτη των Αθηνών που συνήθιζε να λέει στους καλεσμένους του :
-Πιές απ’ αυτό το κρασί, αμφιβάλλω αν θα ’χεις ξαναπιεί τόσο ωραίο, ή πάρε φασιανό, είμαι βέβαιος πως ποτέ δεν θα ’χεις ξαναφάει.
*
* *
Σερ Μπαζίλ Ζαχάρωφ
Μοιάζει με παραμύθι, αλλά δεν είναι.
Μοιάζει με κινηματογραφική ταινία, αλλά στην ουσία
πρόκειται για μια αληθινή … ελληνική ιστορία
«Ό,τι και να πει κανείς για αυτή τη σχεδόν μυθιστορηματική μορφή είναι λίγο. Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου γνωρίζουμε όχι μόνον τον απίστευτο κεντρικό ήρωα αλλά και τους χώρους που έζησε. Τη Μικρά Ασία, την Αθήνα, την Αγγλία, όλη την Ευρώπη και να σταθεί για λίγο στο τέλος του αινιγματικού μεγιστάνα στο Μονακό. Και έχει πολύ ενδιαφέρον αυτή η συναρπαστική, σχεδόν εξωπραγματική ιστορία, όχι μόνο γιατί αυτός ο άνθρωπος ήταν ένα εντελώς διαφορετικός από όλους τους άλλους που έμμεσα ή άμεσα έτυχε να γνωρίσουμε. Και ακόμη επειδή η ζωή του, πάντα καλυμμένη με ένα πέπλο μυστηρίου, ήταν συνυφασμένη με την ιστορία όλης της γηραιάς ηπείρου εκείνης της εποχής. Τι άφησε πίσω του; Τίποτε άλλο από ένα θρύλο, από ένα άλυτο αίνιγμα και από ένα παράδειγμα ενός και μοναδικού έρωτα, στον οποίο έμεινε πιστό μέχρι το τέλος».
“Ριζοσπάστης”, Κυριακή, 2 Ιουλίου 2000