Ο Ποταμός – θεός , Ασωπός – που μερικοί τον λένε γιο του Ωκεανού και της Τηθύος, άλλοι του Ποσειδώνα και της Τηρως, άλλοι του Δία και της Ευρυνόμης – παντρεύτηκε τη Μετώπη, κόρη του ποταμού Λάδωνα, από την οποία απέκτησε δυο γιους και είτε δώδεκα θυγατέρες είτε είκοσι.
Κάμποσες απ’ αυτές τις θυγατέρες του Ασωπού, σε διάφορες περιπτώσεις, τις άρπαξαν και τις βίασαν ο Ζευς, Ο Ποσειδών ή ο Απόλλων, και όταν η νεότερη απ’ όλες, η Αίγινα, δίδυμη αδελφή της Θηβης, ενός από τα θύματα του Δία, εξαφανίστηκε κι αυτή, ο Ασωπός κίνησε να τη βρει. Στην Κόρινθο έμαθε ότι για μια ακόμη φορά ο ένοχος ήταν ο Ζευς τον έστρωσε λοιπόν στο κυνήγι γεμάτος εκδικητικά αισθήματα, και τον πέτυχε αγκαλιά με την Αίγινα σ’ ένα δασός. Ο Ζευς, που ήταν άοπλος, το έσκασε αναίσχυντα τρέχοντας ανάμεσα στις συστάδες των δέντρων, και όταν δεν τον έβλεπε κανένας, μεταμορφώθηκε σε βράχο ώσπου να τον προσπεράσει ο Ασωπός όποτε γύρισε σκαστός στον Όλυμπο, και από τη σιγουριά των επάλξεών του, τάραξε τον Ασωπό στους κεραυνούς. Ο Ασωπός εξακολουθεί να κυλάει αργά εξαιτίας των τραυμάτων πού δέχτηκε τότε, και συχνά στην κοίτη του βρίσκονται κομμάτια κάρβουνο .
Αφού τακτοποίησε έτσι τον πατέρα της, ο Ζευς κουβάλησε μυστικά την Αίγινα στο νησί το λεγόμενο τότε Οίνώνη ή Οίνοπη, όπου πλάγιασε μαζί της, με τη μορφή αετού ή φλόγας, ενώ πάνω από την κλίνη τους φτερούγιζαν ερωτιδείς σκορπίζοντας τα δώρα του έρωτα .
Με τον καιρό η ‘Ήρα ανακάλυψε ότι η Αίγινα είχε χαρίσει στον Δία έναν γιο που λεγόταν Αιακός, και από το θυμό της αποφάσισε να εξολοθρέψει όλους τούς κάτοικους της Οινώπης, της όποιας ο Αιακός ήταν τώρα βασιλιάς.
Σ’ ένα από τα ρέματα του νησιού η Ήρα έβαλε ένα φίδι που μαγάρισε το νερό και γέννησε χιλιάδες αβγά και έτσι, σκουλήκια φιδιών πέρασαν έρποντας τα χωράφια και χώθηκαν σ’ όλα τα αλλά ρέματα και τα ποτάμια, βοηθός της και σύμμαχος για πρώτη φορά σε όλο αυτό, ήταν ο Απόλλων, ο άλλος γιός του Δία, που μισούσε τον Αιακό.
Πυκνό σκοτάδι και χαυνωτική ζέστη απλώθηκαν σ’ όλο το νησί, πού ο Αιακός το είχε μετονομάσει Αίγινα, και μολεμένος τέσσερις μήνες συνέχεια φυσούσε φωτιά. Οι καλλιέργειες και τα βοσκοτόπια ξεράθηκαν, και ακολούθησε λιμός αλλά οι νησιώτες δοκιμάζονταν κυρίως από τη δίψα, και όταν το κρασί τους τελείωνε, σέρνονταν ως κοντινότερο ρυάκι, όπου πέθαιναν καθώς έπιναν το δηλητηριασμένο νερό του.
Οι εκκλήσεις στον Δία δεν έφερναν αποτέλεσμα: οι εξουθενωμένοι ικέτες και τα ζώα τους για τις θυσίες έπεφταν νεκροί μπροστά στους βωμούς του, ώσπου δεν έμεινε ζωντανό ούτε ένα σχεδόν θερμόαιμο πλάσμα.
Κάποια μέρα, ο κεραυνός και η αστραπή απάντησαν τις προσευχές του Αιακού. Ενθαρρυμένος απ’ αυτόν τον όσιο οιωνό, ο ΑΙακός ικέτευσε τον Δία να ξαναγεμίσει την άδεια χώρα δίνοντας του τόσους υπηκόους όσα ήταν τα μυρμήγκια πού κουβαλούσαν κόκκους σταριού σε μια βελανιδιά εκεί δίπλα. Αυτό το δέντρο, πού είχε φυτρώσει από βελανίδι της Δωδώνης, ήταν αφιερωμένο στον Δία οπότε, με την προσευχή του Αιακού, η βελανιδιά τρεμούλιασε, και στους απλωμένους κλώνους της ακούστηκε θρόισμα χωρΙς να έχει φυσήξει καθόλου .Η αληθέστερη εκδοχή είναι ότι ο ΑΙΑΚΟΣ ανέβηκε στην υψηλότερη κορυφή της Αίγινας, το Ελλήνιον και επειδή η προσευχή του δεν εισακούετο κίνησε για τον αγαπημένο τόπο του Δια …την Δωδώνη απο όπου πήρε και τους Μυρμιδόνες. Αυτό ενισχύεται και απο το γεγονός ότι η Δρύς φύεται κυρίως στην Ήπειρο και ακόμα και σήμερα δεν θα βρεί κανείς δρύ στην Αίγινα.
Ο Αιακός, μολονότι τρόμαξε, δεν το έβαλε στα πόδια, άλλά φίλησε πολλές φορές τον κορμό του δέντρου και το χώμα κάτωθεν του. Τη νύχτα εκείνη ο Αιακός είδε στ’ όνειρό του να πέφτουν από την Ιερή βελανιδιά στο έδαφος βροχή τα μυρμηγκιά και να τινάζονται πάνω άνθρωποι. ‘Όταν ξύπνησε, απόδιωξε το όνειρο αυτό θεωρώντας το απατηλή φαντασίωση ξάφνου όμως ο γιος του Τελαμών τον φώναξε έξω για να δει πλήθος ανθρώπους πού σίμωναν, και ο Αιακός αναγνώρισε τα πρόσωπα τους στο όνειρό του .
Ό Αιακός ευχαρίστησε γεμάτος ευγνωμοσύνη τον Δία και μοίρασε τη ρημαγμένη πόλη και τη γη στους καινούριους υπηκόους του, πού ονομάστηκαν Μυρμιδόνες, δηλαδή «μυρμήγκια», και πού οι απόγονοι τους χαρακτηρίζονται ακόμη για την οικονομία, την υπομονή και την επίμονη τους, πού είναι όμοια με των μυρμηγκιών. Αγορά, αυτοί οι Μυρμιδόνες ακολούθησαν τον Πηλέα στην πορεία του από την Αίγινα, και πολέμησαν στο πλευρό του Αχιλλέα και του Πάτροκλου στην Τροία.
Ο Αιακός, πού παντρεύτηκε την Ενδηίδα από τα Μέγαρα, ήταν περιώνυμος για την ευσέβεια του, και έχαιρε τόσο μεγάλου σεβασμού ώστε οι άνθρωποι το θεωρούσαν ύψιστη ικανοποίηση να τον ατενίσουν με τα μάτια τους. Οι ευγενέστεροι ήρωες της Σπάρτης και της Αθήνας ζητούσαν πως και τι να πολεμήσουν κάτω από τις διαταγές του, αν και την Αίγινα την είχε μεταβάλει ο ΑΙακός στο πλέον δυσπρόσιτο νησί του Αιγαίου, περιτριγυρίζοντας την με βυθισμένους βράχους και επικίνδυνες ύφάλους, για προστασία από τούς πειρατές .
Όταν ολόκληρη η Ελλάδα δοκιμαζόταν από την ξηρασία πού είχε προκαλέσει η δολοφονία του Πέλοπα από το βασιλιά της Αρκαδίας Στύμφαλο ή, λένε μερικοί, η δολοφονία του Ανδρόγεω από τούς Αθηναίους, το μαντείο των Δελφών συμβούλεψε τούς ‘Έλληνες: «Ζητήστε από τον Αιακό να προσευχηθεί για τη σωτήρια σας!»
(είναι φανερό ότι το δελφικό ιερατείο, εχθρικό στην γενιά του Αιακού, έχει διαστρεβλώσει πολλούς απο τους μύθους, ώστε να απαλείψει την ύπαρξη του ανταγωνιστικού μαντείου της Δωδώνης.)
Όλες οι πόλεις έστειλαν αγγελιαφόρους στον Αιακό, κι αυτός ανέβηκε στο όρος Ελλήνιο, στην υψηλότερη κορυφή του νησιού του, ντυμένος Ιερέας του Δία. Εκεί, θυσίασε στους θεούς και προσευχήθηκε για να τερματιστεί η ξηρασία. Δυνατή βροντή απάντησε στην προσευχή του Αιακού, σύννεφα σκοτείνιασαν τον ουρανό, και έπεσε ορμητική βροχή πού μούλιασε όλη την Ελλάδα. Τότε ο Αιακός αφιέρωσε στον Δία ιερό στο Πανελλήνιο, και έκτοτε, άμα πάει και καθίσει στην κορυφή του βουνού σύννεφο, είναι αλάνθαστο σημάδι ότι θα βρέξει,κάτι που ακόμα και σήμερα οι ναυτικοί το επιβεβαιώνουν.
Λέγεται ότι Απόλλων και ο Ποσειδών πήραν μαζί τους τον Αιακό όταν έχτισαν τα τείχη της Τροίας, επειδή ήξεραν ότι αν σ’ αυτό το έργο δεν λάβαινε μέρος και ένας θνητός, η πόλη θα γινόταν απόρθητη και οι κάτοικοι της ικανοί να αψηφήσουν τούς θεούς. Δεν είχαν καλά καλά τελειώσει το έργο, όταν τρία φίδια με τεφρά μάτια επιχείρησαν να σκαρφαλώσουν στα τείχη.
Τα δύο διάλεξαν το μέρος πού μόλις είχαν τελειώσει οι θεοί, άλλά κατρακύλησαν κάτω και ψόφησαν το τρίτο, με μια κραυγή, όρμησε στο μέρος του Αιακού και κατόρθωσε να περάσει. Ο Απόλλων προφήτεψε τότε ότι η Τροία θα κατακτηθεί περισσότερες από μια φορές, και ότι θα ήταν ανάμεσα στους πορθητές της και οι γιοι του Αιακού, τόσο από την πρώτη όσο και από την τεταρτη γενεά· έτσι και έγινε με τα πρόσωπα του Τελαμώνα και του Αίαντα . Ο λόγος όμως για τον οποίο η Τροία επορθήθη απο θνητό και δη απόγονο του Αιακόυ, είναι ότι ο Απόλλων συμμετείχε με την Ήρα στην αδικία που έγινε εις βάρος του Αιακού με τα φίδια και τους σκορπιούς στην Αίγινα. Αυτό ως ύβρις και αδικία δημιούργησε χρέος του θεού προς τον Αιακό, που ξεπληρώθηκε με την άλωση της Τροίας. Ο Απόλλων ήταν προστάτης της Τροίας όπως και ο Ποσειδών, κάτι που εξηγεί και το γιατί οι Αχαιοί στο όνομα του Ποσειδώνα άφησαν ως δώρο…ίππο (δούρειος ίππος). Ας θυμηθούμε ότι ο Ποσειδών χαρακτηριζόταν απο τον ίππο, αφού τον έδωσε και ως δώρο στην πόλη των Αθηνών.
Ο Αιακός, ο Μίνως και ο Ραδάμανθυς ήταν οι τρεις από τούς γιους του πού ο Ζευς θα ήθελε το πιο πολύ να τούς γλιτώσει από το φορτίο των γηρατειών. Οι Μοίρες όμως δεν το επέτρεπαν αυτό, και ο Ζευς, άποδεχόμενός ευγενικά την απαγόρευση τους, έδωσε στους άλλους Ολύμπιους ένα καλό παράδειγμα.
Όταν πέθανε ο Αιακός έγινε ένας από τούς τρεις Κριτές του Ταρταρου, όπου απονέμει το δίκαιο στους πεθαμένους, ενώ τον καλούν ακόμη και για να διαιτητεύει στις έριδες πού τυχαίνει να προκύπτουν ανάμεσα στους θεούς. Μερικοί προσθέτουν ότι ο Αιακός κρατάει τα κλειδιά του Ταρταρου, ότι επιβάλλει διόδια και ελέγχει τις ψυχές πού κατεβάζει ο Ερμής σύμφωνα με τη φορτωτική της Ατρόπου
Απο αυτόν τον Αιακό εκαυχώντο ότι έχουν ρίζα, αρχικά οι άριστοι των Αθηνών όπως ο Μιλτιάδης ο Κίμων , ο Φωκίων και ο Αριστείδης ο Δίκαιος ο οποίος και εξορίστηκε στην Αίγινα, αλλά και ο βασιλικός οίκος της Ηπείρου με τον οποίο ο Φίλιππος απεγνωσμένα ήθελε να συγγενέψει για αυτό και παντρεύτηκε την Ολυμπιάδα…
Ο Αλέξανδρος εκαυχάτο πρωτίστως ότι ήταν Αιακίδης και Μολοσσός κάτι που οι εσωτερικοί του αντίπαλοι στην Μακεδονία το εκμεταλεύθηκαν έως την δολοφονία του.
Απο τοπυς τελευταίους αιακίδες ήταν ο Βασιλεύς Πύρρος της Ηπείρου, ο μόνος που έμοιαζε στο παράστημα και στο ήθος με τον δεύτερο ξάδερφό του Αλέξανδρο.
Τον κίνδυνο της ανάληψης της ηγεσίας των ελλήνων απο τους Αιακίδες, οι Ρωμαίοι επεχείρησαν να τον εξαλείψουν όταν με διάφορες προφάσεις προέβησαν σε γενοκτονία του Ηπειρωτικού και Μολοσσικμού πληθυσμού μετά την μάχη στην Πύδνα.
Ήταν το μοναδικό ελληνικό βασίλειο που εδηώθη με τόση σκληρότητα απο αυτούς που θεωρούσαν ότι είναι απόγονοι των τρωαδιτών…
Η ιστορία και η μυθολογία κάνουν κύκλους ανταπόδωσης…. Ωστόσο…ακόμα και σήμερα στην Ηπειρο, υπάρχει τόπος μυστικός που μόνον οι κάτοικοι ξέρουν ότι εκεί βρίσκεται η γενέτειρα της Ολυμπιάδος , το παλάτι των Αιακιδών και σημαντικές αρχαιότητες….που σημαίνει ότι είναι αυτόχθονες και συνεχιστές της παράδοσης αυτής.
Αυτά όμως θα τα πούμε σε άλλο άρθρο μας
loading...
Loading...