Μετά την είσοδο της Βρετανίας στον πόλεμο τον Αύγουστο του 1914, πολλοί πίστευαν πως θα ξεμπέρδευαν γρήγορα με τον εχθρό και θα επέστρεφαν στα σπίτια τους για τις γιορτές. Περίπου πέντε μήνες αργότερα και ενώ ένα εκατομμύριο ζωές είχαν ήδη χαθεί ο πόλεμος είχε μετατραπεί σε μια σύγκρουση χαρακωμάτων χωρίς ελπίδα.
Παρότι απογοητευμένοι, οι στρατιώτες βρήκαν παρηγοριά στο γεγονός ότι η συνεχής βροχόπτωση είχε δώσει τη θέση της εκείνο το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων σε έναν ασυννέφιαστο ουρανό. Η βραδιά ήταν ανησυχητικά ήσυχη μέχρι τη στιγμή που ένας αχνός ήχος, ασυνήθιστος για το πεδίο της μάχης, άρχισε να ακούγεται και να δυναμώνει με την ώρα. Ήταν ένα χριστουγεννιάτικο τραγούδι. Και μπορεί οι γερμανικές λέξεις «Stille Nacht» να μην ήταν οικείες για τους βρετανούς στρατιώτες, η μελωδία όμως της «Άγιας Νύχτας» σίγουρα ήταν.
Όταν οι γερμανοί στρατιώτες τελείωσαν το τραγούδι, οι εχθροί τους ξέσπασαν σε επευφημίες. Συνηθισμένοι να απαντούν στα πυρά, οι βρετανοί στρατιώτες άρχισαν με τη σειρά τους το τραγούδι, την αγγλική εκδοχή της «Άγιας Νύχτας».
Λίγες ώρες αργότερα ξημέρωνε Χριστούγεννα και κάτι ακόμη πιο αξιοσημείωτο έδωσε τη θέση του στα γεγονότα της περασμένης βραδιάς. Στρατιώτες και από τις δύο πλευρές του Δυτικού Μετώπου άρχισαν διστακτικά να αφήνουν τα χαρακώματα και να πλησιάζουν την «απαγορευμένη ζώνη» ανάμεσά τους προκειμένου να ευχηθούν ο ένας στον άλλον Καλά Χριστούγεννα.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, η «λωρίδα του θανάτου» ανάμεσα στα χαρακώματα των δύο πλευρών μετατράπηκε σε γήπεδο ποδοσφαίρου. Ένας γερμανός υπολοχαγός θυμάται: «Οι ομάδες σχηματίστηκαν γρήγορα για τον αγώνα στην παγωμένη λάσπη και οι Fritzes νίκησαν τους Tommies με 3-2. Και όταν οι στρατιώτες δεν είχαν στη διάθεσή τους δερμάτινες μπάλες για τους σκοπούς της φιλικής αθλητικής αναμέτρησης, αρκούσαν οι άδειες κονσέρβες και οι μικρές σακούλες γεμάτες άμμο.
Όλα αυτά αποτυπώθηκαν σε πολλές επιστολές Συμμάχων και Γερμανών, που έρχονται στο φως μετά απο έναν αιώνα.
Η ιστορία ενός Bρετανού στρατιώτη, που μοιραζόταν τσιγάρα, μαρμελάδα και κορν μπιφ με τους Γερμανούς κατά τη χριστουγεννιάτικη ανακωχή του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου, ήρθε στο φως σε πρόσφατη συλλογή επιστολών. Ο Φρέντερικ Τζέιμς Ντέιβις, από το 2ο τάγμα Battalion Royal Welsh Fusiliers, περιγράφει τη συνάντηση με τους Γερμανούς στρατιώτες σε ουδέτερο έδαφος την ημέρα των Χριστουγέννων του 1914 σε επιστολή του προς τη μητέρα του από το μέτωπο.
Η επιστολή βρέθηκε από την εγγονή του Ντέιβις, Τζέιν Ολιβερ μετά το θάνατο της μητέρας της, που ήταν η μεγαλύτερη κόρη του, και τη δώρισε στο Αυτοκρατορικό Πολεμικό Μουσείο.
Οι στρατιώτες, που υπηρετούσαν στη βόρεια Γαλλία το 1914, άφησαν τα χαρακώματα την πρώτη μέρα των Χριστουγέννων του Α’ Π.Π για να συναντήσουν τον εχθρό σε ουδέτερη γη, να ανταλλάξουν δώρα ή ακόμη να παίξουν ποδόσφαιρο. Ο Φρέντερικ Ντέιβις, που γεννήθηκε στην Ουαλία, εντάχθηκε στον στρατό το 1908, έγραψε στη μητέρα του πως «είχαν μια καλή κουβέντα με τους Γερμανούς εκείνη τη μέρα». «Ηταν μόνο 500μ. μακριά από τα χαρακώματα. Βγήκαν και πήγαμε να τους συναντήσουμε. Δώσαμε τα χέρια. Τους προσφέραμε τσιγάρα, μαρμελάδα και κορν μπιφ. Εκείνοι μας έδωσαν πούρα αλλά δεν είχαν πολύ φαγητό. Είχαν βαρεθεί με τον πόλεμο», σημείωνε.
Στην ίδια επιστολή περιέγραφε πως είχαν βγει από τα χαρακώματα για κάποιες ημέρες για να ξεκουραστούν, σχολιάζοντας πόσο ωραία ήταν που είχαν κοιμηθεί μακριά από την υγρασία. Σε άλλα γράμματα περιγράφει τις εκρήξεις μέσα στη νύχτα, λέγοντας πως θυμίζουν πυροτεχνήματα, ενώ συζητούσε και την αποστολή αποξηραμένων λουλουδιών.
Ο στρατιώτης έμεινε ανάπηρος, μετά από πτώση του χαρακώματος επάνω του, όταν ήταν μέσα σε μια τάφρο, καθώς έσπασε την σπονδυλική του στήλη. Παντρεύτηκε το 1919 και απέκτησε τρία παιδιά.
Η μικρότερή του κόρη, Οντρει, είπε πως ποτέ δεν είχε μιλήσει για την εμπειρία του στον πόλεμο και ήταν ενδιαφέρον να διαβάζουν τις επιστολές του.
«Ημασταν τόσο ενθουσιασμένες με την Τζέιν, που είχε καταφέρει να τις βρει και να τις κρατήσει. Δεν ήξερα τίποτα και όταν ήμουν μικρή δεν είχα ακούσει κάτι από αυτά», είπε. Η επιστολή του πατέρα της, όπως τονίζει, ήταν μια υπενθύμιση πως «οι Γερμανοί δεν ήταν τόσο κακοί. Ηταν οικογενειάρχες, όπως και οι δικοί της. Αυτό είναι που πρέπει να κρατήσουμε»
Δείτε το επετειακό βίντεο
Και το μεγάλο βίντεο
ΠΗΓΗ:POLEMOSNET.COM